Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου φοράμε τα καλά μας ρούχα και οικογενειακώς πάμε στην εκκλησία. Η γιαγιά έπαιρνε «ως δώρο» από τον ιερέα, τα καλορίζικα, έλεγε ότι τα καλορίζικα φέρνουν ευλογία στο σπίτι και τα χρησιμοποιούσε και σαν φάρμακο γι’ αυτούς και τα ζώα τους.
Μετά τη λειτουργία στην εκκλησία, η γιαγιά έφτιαχνε λυχναράκια με τη μυζήθρα του παππού. Στη μια λεκανίδα έβαζε το αλεύρι, τη ζάχαρη, το βούτυρο, τα αυγά και γλυκοζύμωνε και στην άλλη, έβαζε τη μυζήθρα (2 ½ οκάδες) με ζάχαρη και αυγά και τα άφηνε «ξεκουραστούν». Μετά άνοιγε φύλλο, έκοβε σε μικρά στρογγυλά φυλλαράκια τη ζύμη και στο κέντρο κάθε φύλλου έβαζε μια κουταλιά μυζήθρα και με μια μαεστρία «τσιμπούσε» τη ζύμη γύρω γύρω και την έκανε πλισέ. Πριν τα ψήσει τα άλειφε με αυγό, αυτή τη δουλεία την έκανα εγώ. Από νωρίς, άναβε τον ξυλόφουρνο και έφερναν και οι γειτόνισσες τα δικά τους λυχναράκια, για να τα ψήσουν. Όλη μέρα το χωριό μας μοσχομύριζε και όταν βγαίνανε από το φούρνο μοσχομυριστά-μοσχομυριστά, τα πασπαλίζετε με κανέλα. Ήθελα τόσο πολύ να δοκιμάσω ένα, μα η γιαγιά είχε μάτια και στην πλάτη!
Το βράδυ πριν πάμε στην εκκλησία, η γιαγιά άφηνε πάνω στο τραπέζι ένα ποτήρι κρασί και ένα πιάτο που είχε ένα κόκκινο αυγό, ένα λυχναράκι κι ένα κομμάτι τυρί, για τους νεκρούς. Η γιαγιά δεν ξεχνούσε ποτέ τους νεκρούς. Όταν όλη η οικογένεια ήταν έτοιμη και πριν φύγουμε για την εκκλησία, ο μπαμπάς μου, άναβε στην αυλή του σπιτιού μια μικρή φουνάρα από αχινοπόδι, για το κάψιμο του Ιούδα. Όλοι μας περνούσαμε πάνω από την μικρή φουνάρα, κάνοντας ταυτόχρονα τον σταυρό μας και μια ευχή για να φύγει το κακό από το σπίτι.
Γυρνώντας στο σπίτι από την εκκλησία, ο παππούς σχημάτιζε έναν σταυρό στο ανώφλι της εξώπορτας με το Άγιο Φως. Η γιαγιά πριν πάμε στην εκκλησία, είχε βράσει την όρνιθα και με το ζουμί έκανε σούπα, όμως πριν το δείπνο τσουγκρίζαμε τα αυγά και μετά τρώγαμε ένα κομμάτι ξερό τυρί, για να «στρώσει» το στομάχι μας από τη νηστεία.
Καλή και ευλογημένη Ανάσταση
Λένα Ηγουμενάκη
Πρόεδρος του συλλόγου Φεστιβάλ Κρητικής Κουζίνας
Flavorful