προορισμός…γεύση!

Η διαλειμματική νηστεία είναι μια δημοφιλής δίαιτα που κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος τόσο στην Αμερική όσο πλέον και στην Ευρώπη.
Ο περιορισμός των θερμίδων ή των ωρών πρόσληψης των γευμάτων μπορεί να έχει πολλαπλά οφέλη, όπως η απώλεια βάρους και ο μειωμένος κίνδυνος διάφορων ασθενειών.

Ωστόσο, τα επιστημονικά δεδομένα και οι έρευνες είναι ακόμα ελλιπής σχετικά με την επίδραση της διαλειμματικής νηστείας στην υγεία των ενηλίκων μεγαλύτερης ηλικίας.

Τι είναι η διαλειμματική νηστεία;

Η διαλειμματική νηστεία περιορίζει μέσα στην ημέρα ή την εβδομάδα ή μερικές φορές και τα δύο τις ώρες και την ποσότητα που θα φάμε. Υπάρχουν διάφορες προσεγγίσεις.

  • Η εναλλακτική διαλειμματική νηστεία, όπου τρώμε κανονικά κάθε δεύτερη μέρα. Στις ενδιάμεσες μέρες λαμβάνουμε μόνο το 25% των καθημερινών θερμιδικών αναγκών, σε ένα μόνο γεύμα. Για παράδειγμα εάν προσλαμβάνουμε 1.800kcal τη Δευτέρα, την Τετάρτη και την Παρασκευή, θα φάμε ένα γεύμα 450kcal (και τίποτα άλλο) την Τρίτη, την Πέμπτη και το Σάββατο.
  • Στην προσέγγιση 5:2, τρώμε κανονικά για 5 συνεχόμενες ημέρες. Τις άλλες 2 συνεχόμενες ημέρες, προσλαμβάνουμε καθημερινά μόνο 400-500kcal την ημέρα.
  • Στο μοντέλο 16:8, κάθε μέρα είναι η ίδια: τρώτε κανονικά μέσα σε μια 8ωρη περίοδο, όπως μεταξύ 9π.μ.-5μ.μ. και στη συνέχεια μεσολαβεί νηστεία για 16 ώρες.
Οφέλη:

Τα οφέλη της διαλειμματικής νηστείας φαίνεται να επηρεάζουν πολλές πτυχές της υγείας. Αυτές οι επιδράσεις θα μπορούσαν θεωρητικά να προκύψουν από την αλλαγή ενός μεταβολικού διακόπτη.

Ειδικότερα, η διαλειμματική νηστεία μειώνει τα επίπεδα γλυκόζης (σάκχαρο αίματος). Έτσι, ο οργανισμός χρησιμοποιεί λίπος αντί για γλυκόζη ως πηγή ενέργειας, αφού μετατρέψει το λίπος σε κετόνες.

Αυτή η μετατόπιση από τη γλυκόζη στις κετόνες ως πηγή ενέργειας αλλάζει την βιοχημεία του σώματος και έχει ευεργετικά αποτελέσματα για την υγεία: απώλεια βάρους, χαμηλότερη αρτηριακή πίεση, μειωμένη αντίσταση στην ινσουλίνη, χαμηλότερα επίπεδα LDL – «κακής» χοληστερόλης, υψηλότερα επίπεδα HDL – «καλής» χοληστερόλης και χαμηλότερο δείκτη φλεγμονής.

Η διαλείπουσα νηστεία σχετίζεται επίσης με μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, τουλάχιστον σε ζώα.

Αυτό οφείλεται σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Χάρβαρντ δείχνει ότι η διαλειμματική νηστεία μπορεί να επιτρέψει στους κινητήρες παραγωγής ενέργειας (μιτοχόνδρια) κάθε κυττάρου να παράγουν ενέργεια πιο αποτελεσματικά και να παραμείνουν σε πιο νεανική κατάσταση.

Ωστόσο, όλα τα παραπάνω αποτελέσματα έχουν προκύψει μόνο από έρευνες σε ζώα και σύμφωνα με τον Dr. William Mair, ερευνητή και αναπληρωτή καθηγητή γενετικής και σύνθετων ασθενειών στο Harvard T.H. Chan School of Public Health, υπάρχουν ακόμη πολλά αναπάντητα ερωτήματα, σχετικά με τις επιδράσεις της διαλειμματικής νηστείας στην ανθρώπινη υγεία.

Πιθανοί κίνδυνοι:

Η διαλειμματική νηστεία έχει εφαρμοστεί κυρίως σε ζώα και σε μικρές ομάδες ενηλίκων νεαρής ηλικίας, για σύντομες μόνο χρονικές περιόδους.

Συνεπώς, τα ελλιπή καθιστά επιφυλακτική την εφαρμογή της ευρήματα σε ανθρώπους.

Συγκεκριμένα, η διαλειμματική νηστεία μπορεί να είναι επικίνδυνη σε ορισμένες περιπτώσεις.

Όσον αφορά στην απώλεια βάρους, η απότομη μείωση κιλών μπορεί να επηρεάσει τα οστά, το συνολικό ανοσοποιητικό σύστημα και τα επίπεδο ενέργειας.

Ταυτόχρονα, η στέρηση γλυκόζης, που είναι το βασικό καύσιμο των κυττάρων, λόγω των αυξημένων ωρών νηστείας, πιθανότατα δημιουργεί σωματική και πνευματική κόπωση.

Επιπλέον, οι 16 ώρες νηστείας που προτείνει το συγκεκριμένο διατροφικό σχήμα πιθανότατα να δημιουργήσει προβλήματα σε άτομα με γαστρίτιδα, γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση και σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου.

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι αυξημένες ώρες που μένει κάποιος νηστικός έχει ως αποτέλεσμα την υψηλή έκκριση γαστρικού υγρού στο στομάχι, το οποίο λόγω της οξύτητάς του μπορεί προκαλέσει καούρες, τυμπανισμό και να επηρεάσει αρνητικά τη χλωρίδα του εντέρου, δημιουργώντας πιο έντονα συμπτώματα κολίτιδας .

Επιπλέον, η διαλειμματική νηστεία ενώ υπόσχεται ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου, σε άτομα που λαμβάνουν αντιδιαβητική αγωγή είτε με δισκία είτε με ινσουλίνη, είναι πιθανόν να έχουν περισσότερες κρίσεις υπογλυκαιμίας, λόγω  των αυξημένων ωρών νηστείας.

Επιπρόσθετα σύμφωνα με την Dr. Suzanne Salamon, επικεφαλή γεροντολογίας στο Beth Israel Deaconess Medical Center:

«Οι άνθρωποι που πρέπει να παίρνουν τα φάρμακά τους με φαγητό – για να αποφύγουν ναυτία ή ερεθισμό στο στομάχι – χρειάζεται να αποφεύγουν τις τόσες ώρες νηστείας. Επίσης, τα άτομα που λαμβάνουν φάρμακα  για την καρδιά ή την αρτηριακή πίεση είναι πιο πιθανό να υποφέρουν από επικίνδυνες ανισορροπίες στο κάλιο και το νάτριο όταν μένουν πολλές ώρες νηστικοί.»

Γεωργία Καπώλη

• Κλινικός Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, MSc • Επιστημονική Διευθύντρια ΛΟΓΩ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ Νεμέα Κορινθίας • Email: [email protected]

1 Comment

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *