προορισμός…γεύση!

Τα καλοκαίρια των παιδικών μου χρόνων στο χωριό πάντα θα έχουν ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου. Το μποστάνι του παππού, οι γεύσεις από τα μαγειρευτά της γιαγιάς, ο ασκιανός1 της κρεβατίνας2, το «τραγούδι» των τζιτζικιών, οι βόλτες με τις παιδικές μου φίλες, οι όμορφες βεγγέρες3, οι μυρωδιές των λουλουδιών, όλα, μια ζωγραφιά στη μνήμη της καρδιάς μου.

Το σπίτι της γιαγιάς και του παππού είχε μια μεγάλη αυλή με πολλά δεντρά4 και όμορφες γλάστρες, άλλες πήλινες και άλλες γκαζοντενέκες. Η κρεβατίνα όμως ξεχώριζε, ήταν η αγαπημένη της γιαγιάς, ήταν η καλοκαιρινή της λεμονιά.

Στο μποστάνι5, ο παππούς είχε φυτέψει κάθε λογής λαχανικό, δεν ήθελε να λείψει τίποτα στη γιαγιά.
«Λενιώ, σήμερα θα ψήσουμε μπαμιέδες6 με αγγουρίδα7» και πριν τελειώσει την πρόταση της η γιαγιά, να ο παππούς, με γεμάτο το καλάθι, ένα καλάθι γεμάτο μπαμιέδες, «να ψήσετε μια μαγεριά και τις άλλες να τις μπελονιάσετε8, για να έχουμε το χειμώνα» είπε ο παππούς.
Η γιαγιά έπιανε αμέσως δουλειά, έδενε καλά το τσεμπέρι9, έβαζε την προσποδιά10 και ετοίμαζε όλα της τα χρειαζούμενα. Από την κρεβατίνα έκοβε δύο τσαμπιά άγγουρο11 σταφύλι, τα έπλενε καλά και τα άφηνε να στραγγίξουν. Μετά άρχιζε να καθαρίζει τις μπαμιέδες. Με ένα μαχαίρι αφαιρούσε το καπελάκι γύρω-γύρω από το κοτσάνι τους, χωρίς να φανούν τα σπόρια.

Η γιαγιά καθάριζε τις μπαμιέδες και εγώ μαδούσα τις ρώγες από τα τσαμπιά, μια-μια, τις καλές ρώγες. Στο ξύλινο γουδί κοπάνιζε τις ρώγες, έβαζε στο τρυπητό την ψίχα και την πατίκωνε12 με τα χέρια της, για να βγει όλο τους το ζουμί. Έπειτα, έπλενε τις μπαμιέδες, τις άπλωνε στο ταψί, τους έριχνε αγγουρίδα, χοντρό αλάτι και τις άφηνε να τραβήξουν στον ήλιο.

Όση ώρα «λιαζόταν» οι μπαμιέδες, η γιαγιά μπελόνιαζε τις υπόλοιπες, όταν έφτανε στο μήκος που ήθελε την αρμαθιά, έδενε την κλωστή και την κρεμούσε ψηλά, σε σκιερό μέρος για να μην μαυρίσουν οι μπαμιέδες, μετά τις σκέπαζε με τούλι για να μην πάνε μύγες. Εκεί τις άφηνε (μια βδομάδα περίπου) να ξεραθούν και μετά τις κρεμούσε στα δοκάρια στο κατωσόρι13.

Άναβε την παρασιά14, έκοβε ένα κρεμμύδι σε φέτες, το έριχνε με το λάδι στο τσικάλι15, πρόσθετε και τις μπαμιέδες, ανακάτευε με ξύλινη κουτάλα, άφηνε να πάρει μια βράση και πρόσθετε την ψιλοκομμένη ντομάτα, αλάτι και νερό ίσα-ίσα να τις σκεπάζει. Σιγόβραζε μέχρι να ψηθούν, δεν ανακάτευε το φαγητό με κουτάλα, απλά ανακινούσε το τσικάλι κυκλικά και είχε το νου της να μην τσικνώσουν16.
Κατέβαζε το τσικάλι από την φωτιά και άφηνε το φαγητό να απομάνει17 λίγο πριν το σερβίρει.

Κρητική ντοπιολαλιά
1.ασκιανός: σκιά
2.κρεβατίνα: κληματαριά
3.βεγγέρα: αποσπερίδα, συνάντηση πριν τη δύση του ήλιου και μέχρι να νυχτώσει το καλοκαίρι, στις αυλές των σπιτιών ή σε σοκάκι ή σε πεζούλες έξω από τα σπίτια
4.τα δέντρα
5.μποστάνι: λαχανόκηπος
6.μπαμιέδες: μπάμιες
7.αγγουρίδα:  χυμός από  άγουρο σταφύλι
8.μπελονιάζε τις μπαμιέδες : περνούσε  τις φρέσκιες μπάμιες σε μια κλωστή με βελόνα τρυπώντας τα κεφαλάκια τους
9.τσεμπέρι: γυναικείο κάλυμμα κεφαλής,  κεφαλομάντηλο, μπολίδα
10.προσποδιά: ποδιά
11.άγγουρο: το άγουρο σταφύλι
12.πατικώνω: πιέζω
13.κατωσόρι: υπόγειος, αποθηκευτικός χώρος του σπιτιού 
14.παρασιά: χτιστή εστία  για μαγείρεμα και θέρμανση
15.τσικάλι: κατσαρόλα
16.τσικνώσουν: να μην κολλήσει το φαγητό στην κατσαρόλα
17.απομάνει: να ξεβράσει

Καλή επιτυχία!
Λένα Ηγουμενάκη
Πρόεδρος του συλλόγου Φεστιβάλ Κρητικής Κουζίνας

1 Comment

  1. Yummy

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *